Η ελληνική φορολογική νομοθεσία, υιοθετώντας διεθνώς εφαρμοσμένους κανόνες και πρακτικές, προσφέρει πλέον στις φορολογικές αρχές σημαντικά «όπλα» ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν με πληρέστερη νομική κάλυψη, σε σχέση με το παρελθόν, τέτοια φαινόμενα φορολογικού σχεδιασμού, φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Γ.ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ, ΤΖ. ΠΑΝΟΥ
Το φαινόμενο της «φυγής» μικρών και μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων προς χώρες όπως η Βουλγαρία, η Κύπρος και η Αλβανία έχει πλέον γιγαντωθεί για τους γνωστούς λόγους.
Ενδεικτικό της δυναμικής του συγκεκριμένου φαινομένου είναι το πλήθος των δημοσιευμάτων που διαφημίζουν εντατικά τα φορολογικά και λοιπά πλεονεκτήματα των γειτονικών μας χωρών, κυρίως της Βουλγαρίας, καλώντας τις ελληνικές εταιρείες να μεταφέρουν εκεί την έδρα τους.
Αυτό το οποίο, ωστόσο, αποφεύγουν επιμελώς να αναφέρουν τα δημοσιεύματα είναι το κατά πόσον ο ως άνω φορολογικός σχεδιασμός είναι νόμιμος και συνεπώς «ασφαλής» για τους επιχειρηματίες, από πλευράς ελληνικού φορολογικού δικαίου. Εάν, δηλαδή, η απλή ίδρυση μιας εταιρείας στο εξωτερικό, η οποία δεν διαθέτει ουσιαστική υπόσταση ή προσωπικό, και με μοναδική λειτουργία να εκδίδει τα φορολογικά παραστατικά, είναι αρκετή, ώστε η επιχείρηση να μη φορολογείται στην Ελλάδα, παρόλο που η εμπορική της δραστηριότητα εξακολουθεί να πραγματοποιείται στη χώρα μας.
Σύμφωνα με το φορολογικό τμήμα της ASnetwork, η απάντηση στην παραπάνω ερώτηση είναι κατηγορηματικά αρνητική. Η ελληνική φορολογική νομοθεσία, υιοθετώντας διεθνώς εφαρμοσμένους κανόνες και πρακτικές, προσφέρει πλέον στις φορολογικές αρχές σημαντικά «όπλα», ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν με πληρέστερη νομική κάλυψη σε σχέση με το παρελθόν τέτοια φαινόμενα φορολογικού σχεδιασμού, φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Προτού λοιπόν μια επιχείρηση αποφασίσει να «μετακομίσει» (τυπικά) στο εξωτερικό, θα πρέπει να έχει υπόψη της τα εξής:
Μια επιχείρηση, ακόμα κι αν είναι εγκατεστημένη σε μια άλλη χώρα, φορολογείται στην Ελλάδα, εφόσον η πραγματική της διοίκηση ασκείται στην Ελλάδα.
Ο «τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης» κρίνεται (άρθρο 4 Ν 4172/2013) με βάση τα πραγματικά περιστατικά και τις συνθήκες λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τον τόπο άσκησης καθημερινής διοίκησης και λήψης στρατηγικών αποφάσεων, τον τόπο ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων ή εταίρων, τον τόπο τήρησης βιβλίων και στοιχείων, τον τόπο συνεδριάσεων του οργάνου διοίκησης, την κατοικία των μελών του οργάνου διοίκησης, την κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων ή εταίρων, κ.λπ.
Ο φορολογικός έλεγχος μπορεί να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα (άρθρο 38 Ν 4174/2013 - γενικός κανόνας κατά της καταστρατήγησης των φορολογικών διατάξεων). Η διευθέτηση (συναλλαγή, συμφωνία, γεγονός, κ.λπ.) είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας και στην περίπτωση αυτή, οι φορολογικές αρχές δύνανται να την αγνοήσουν και να επιβάλουν τον οφειλόμενο φόρο ωσάν να μην υπήρχε η διευθέτηση αυτή.
Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις (άρθρο 66 Ν 4172/2013), ένας φορολογικός κάτοικος Ελλάδας μπορεί να φορολογηθεί για το μη διανεμηθέν εισόδημα μιας εταιρείας, στην οποία συμμετέχει και η οποία είναι εγκατεστημένη και φορολογείται σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (π.χ. Κύπρος, Βουλγαρία, κ.λπ.) ή σε μη συνεργάσιμο κράτος (π.χ. Λίχτενσταϊν, Μονακό, κ.λπ.). Αφορά κυρίως περιπτώσεις όπου το εισόδημα της αλλοδαπής εταιρείας είναι «παθητικό», συνίσταται δηλαδή σε μερίσματα, δικαιώματα, τόκους, ενοίκια ακινήτων, κ.λπ. και προέρχεται σε σημαντικό βαθμό από την τιμολόγηση προς συνδεδεμένα με τον φορολογούμενο (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα.
Οι ανωτέρω διατάξεις συνάδουν με τις πρόσφατες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο και συγκεκριμένα με τις δράσεις των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μεταφοράς κερδών (Base Erosion and Profit Shifting-BEPS), οι οποίες στοχεύουν στην πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής που επιτυγχάνεται από τις επιχειρήσεις μέσω των υιοθετούμενων επιθετικών φορολογικών σχεδιασμών. Σκοπός των δράσεων είναι, μεταξύ άλλων, η φορολόγηση των κερδών στο κράτος όπου πραγματικά αυτά δημιουργούνται και όχι στη χώρα όπου μπορεί τυπικά να έχει συσταθεί μια επιχείρηση. Στο πλαίσιο αυτό, η ουσία υπερέχει του τύπου (substance over form) και συνεπώς αυτό που εξετάζεται είναι αν μια εταιρεία διαθέτει πραγματικά την υπόσταση (προσωπικό, υποδομή, τεχνογνωσία, εξοπλισμό, κ.λπ.) που απαιτείται για τη διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας την οποία επικαλείται. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή μια εταιρεία είναι απλά ένα «κέλυφος», χωρίς πραγματική επιχειρηματική δραστηριότητα, τα κέρδη θα πρέπει να αποδοθούν στη χώρα όπου πραγματικά δημιουργούνται.
Γ.ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ, ΤΖ. ΠΑΝΟΥ
Το φαινόμενο της «φυγής» μικρών και μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων προς χώρες όπως η Βουλγαρία, η Κύπρος και η Αλβανία έχει πλέον γιγαντωθεί για τους γνωστούς λόγους.
Ενδεικτικό της δυναμικής του συγκεκριμένου φαινομένου είναι το πλήθος των δημοσιευμάτων που διαφημίζουν εντατικά τα φορολογικά και λοιπά πλεονεκτήματα των γειτονικών μας χωρών, κυρίως της Βουλγαρίας, καλώντας τις ελληνικές εταιρείες να μεταφέρουν εκεί την έδρα τους.
Αυτό το οποίο, ωστόσο, αποφεύγουν επιμελώς να αναφέρουν τα δημοσιεύματα είναι το κατά πόσον ο ως άνω φορολογικός σχεδιασμός είναι νόμιμος και συνεπώς «ασφαλής» για τους επιχειρηματίες, από πλευράς ελληνικού φορολογικού δικαίου. Εάν, δηλαδή, η απλή ίδρυση μιας εταιρείας στο εξωτερικό, η οποία δεν διαθέτει ουσιαστική υπόσταση ή προσωπικό, και με μοναδική λειτουργία να εκδίδει τα φορολογικά παραστατικά, είναι αρκετή, ώστε η επιχείρηση να μη φορολογείται στην Ελλάδα, παρόλο που η εμπορική της δραστηριότητα εξακολουθεί να πραγματοποιείται στη χώρα μας.
Σύμφωνα με το φορολογικό τμήμα της ASnetwork, η απάντηση στην παραπάνω ερώτηση είναι κατηγορηματικά αρνητική. Η ελληνική φορολογική νομοθεσία, υιοθετώντας διεθνώς εφαρμοσμένους κανόνες και πρακτικές, προσφέρει πλέον στις φορολογικές αρχές σημαντικά «όπλα», ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν με πληρέστερη νομική κάλυψη σε σχέση με το παρελθόν τέτοια φαινόμενα φορολογικού σχεδιασμού, φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Προτού λοιπόν μια επιχείρηση αποφασίσει να «μετακομίσει» (τυπικά) στο εξωτερικό, θα πρέπει να έχει υπόψη της τα εξής:
Μια επιχείρηση, ακόμα κι αν είναι εγκατεστημένη σε μια άλλη χώρα, φορολογείται στην Ελλάδα, εφόσον η πραγματική της διοίκηση ασκείται στην Ελλάδα.
Ο «τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης» κρίνεται (άρθρο 4 Ν 4172/2013) με βάση τα πραγματικά περιστατικά και τις συνθήκες λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τον τόπο άσκησης καθημερινής διοίκησης και λήψης στρατηγικών αποφάσεων, τον τόπο ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων ή εταίρων, τον τόπο τήρησης βιβλίων και στοιχείων, τον τόπο συνεδριάσεων του οργάνου διοίκησης, την κατοικία των μελών του οργάνου διοίκησης, την κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων ή εταίρων, κ.λπ.
Ο φορολογικός έλεγχος μπορεί να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα (άρθρο 38 Ν 4174/2013 - γενικός κανόνας κατά της καταστρατήγησης των φορολογικών διατάξεων). Η διευθέτηση (συναλλαγή, συμφωνία, γεγονός, κ.λπ.) είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας και στην περίπτωση αυτή, οι φορολογικές αρχές δύνανται να την αγνοήσουν και να επιβάλουν τον οφειλόμενο φόρο ωσάν να μην υπήρχε η διευθέτηση αυτή.
Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις (άρθρο 66 Ν 4172/2013), ένας φορολογικός κάτοικος Ελλάδας μπορεί να φορολογηθεί για το μη διανεμηθέν εισόδημα μιας εταιρείας, στην οποία συμμετέχει και η οποία είναι εγκατεστημένη και φορολογείται σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (π.χ. Κύπρος, Βουλγαρία, κ.λπ.) ή σε μη συνεργάσιμο κράτος (π.χ. Λίχτενσταϊν, Μονακό, κ.λπ.). Αφορά κυρίως περιπτώσεις όπου το εισόδημα της αλλοδαπής εταιρείας είναι «παθητικό», συνίσταται δηλαδή σε μερίσματα, δικαιώματα, τόκους, ενοίκια ακινήτων, κ.λπ. και προέρχεται σε σημαντικό βαθμό από την τιμολόγηση προς συνδεδεμένα με τον φορολογούμενο (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα.
Οι ανωτέρω διατάξεις συνάδουν με τις πρόσφατες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο και συγκεκριμένα με τις δράσεις των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μεταφοράς κερδών (Base Erosion and Profit Shifting-BEPS), οι οποίες στοχεύουν στην πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής που επιτυγχάνεται από τις επιχειρήσεις μέσω των υιοθετούμενων επιθετικών φορολογικών σχεδιασμών. Σκοπός των δράσεων είναι, μεταξύ άλλων, η φορολόγηση των κερδών στο κράτος όπου πραγματικά αυτά δημιουργούνται και όχι στη χώρα όπου μπορεί τυπικά να έχει συσταθεί μια επιχείρηση. Στο πλαίσιο αυτό, η ουσία υπερέχει του τύπου (substance over form) και συνεπώς αυτό που εξετάζεται είναι αν μια εταιρεία διαθέτει πραγματικά την υπόσταση (προσωπικό, υποδομή, τεχνογνωσία, εξοπλισμό, κ.λπ.) που απαιτείται για τη διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας την οποία επικαλείται. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή μια εταιρεία είναι απλά ένα «κέλυφος», χωρίς πραγματική επιχειρηματική δραστηριότητα, τα κέρδη θα πρέπει να αποδοθούν στη χώρα όπου πραγματικά δημιουργούνται.
facebook
twitter
google+
fb share