της Νένας Μαλλιάρα
Σε μείζον θέμα για κυβέρνηση και τράπεζες εξελίσσεται η στήριξη των υγιών, καινοτόμων και εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις οποίες θα στηριχθεί η επανεκκίνηση της ελληνικής Οικονομίας. Πρόκειται για έργο που θα συμβαδίσει με γενναίο "ξεκαθάρισμα" στο χώρο της μικρομεσαίες επιχειρηματικότητας, αναδιαμορφώνοντας πλήρως τον χάρτη της μέσα στα επόμενα 10 – 15 χρόνια.
Η πρόσφατη ποσοτικοποίηση των στόχων που έχει θέσει η Τράπεζα Πειραιώς (με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς στις χρηματοδοτήσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων) για τις χρηματοδοτήσεις προς μμε (ετήσια παραγωγή δανείων στα 5 δισ. ευρώ στο τέλος του 2020 από 2 δισ. ευρώ το 2016, με φιλόδοξο στόχο από το 2018 και μετά οι νέες χρηματοδοτήσεις και οι ανανεώσεις χρηματοδοτήσεων να κινούνται στα 4 δισ. ευρώ), αποτελεί κλίμακα μεγέθους και για τους στόχους των υπολοίπων τραπεζών. Και αυτό, τη στιγμή που η Ελλάδα αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση στην ευρωζώνη, με το δανεισμό των τραπεζών προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να παραμένει αρνητικός και παράλληλα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να αναφέρουν, και μάλιστα με αυξητικό ρυθμό, ότι η δυσκολία πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό αποτελεί το μεγαλύτερό τους πρόβλημα.
Στο πλαίσιο αυτό, επιδιώκοντας να καλύψει το κενό που υπάρχει στη χρηματοδοτική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αλλά και την ανάγκη ενός αναπτυξιακού σχεδιασμού για τη μεσομακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της Οικονομίας, η κυβέρνηση προχωρεί στην υλοποίηση του σχεδίου της για την ανάπτυξη εναλλακτικών χρηματοδοτικών εργαλείων.
Για το θέμα, το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ) συγκαλεί σήμερα σύσκεψη στο γραφείο του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, με τη συμμετοχή κυβερνητικών και κρατικών στελεχών και με αντικείμενο τα χρηματοδοτικά εργαλεία που αναπτύσσουν δημόσιοι φορείς (Ταμείο Παρακαταθηκών & Δανείων, ΕΤΕΑΝ, Οργανισμός Ασφάλισης Εξαγωγικών Επενδύσεων, Πράσινο Ταμείο, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κ.λπ.). Παράλληλα, θα επισημανθούν χρηματοδοτικές δυνατότητες που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο του σχεδιασμού για την Αναπτυξιακή Τράπεζα.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα καλύπτουν το 75% της δραστηριότητας του εταιρικού τομέα (έναντι 58% στην ΕΕ), το 60% των εξαγωγών (έναντι 45% στην ΕΕ) και το 87% της απασχόλησης (έναντι 67% στην ΕΕ).
Παράλληλα, το κομμάτι αυτό του ελληνικού επιχειρηματικού χάρτη έχει πληγεί περισσότερο από την παρατεταμένη κρίση, με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να σημειώνουν συρρίκνωση του κύκλου εργασιών της τάξης του 35% την τελευταία επταετία (έναντι πτώσης 15% στον υπόλοιπο εταιρικό τομέα).
Αποτέλεσμα της παραπάνω κατάστασης, είναι τα δάνεια προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να παρουσιάζουν και τα μεγαλύτερα προβλήματα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ για την κατάσταση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών το α΄ τρίμηνο 2017, με δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 45% για το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, οι επισφάλειες στα δάνεια των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων ανέρχονταν στο 60,7% και στο 68,3% για τα δάνεια των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών.
Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο Capital.gr, τα δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιστοιχούν στο 20% του συνόλου των επιχειρηματικών χορηγήσεων των τραπεζών. Πρόκειται για δάνεια που υπολογίζονται σε 25 – 30 δις. ευρώ και τα οποία αφενός χρήζουν ευρέων ρυθμίσεων στη μεγάλη τους πλειοψηφία, αφετέρου υπάρχει ανάγκη νέων χρηματοδοτήσεων δεδομένου ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη "ραχοκοκκαλιά" της ελληνικής Οικονομίας.
Στο σύνολο των ανωτέρω δανείων, οι τραπεζίτες υπολογίζουν ως επισφαλή δάνεια περίπου 15 – 20 δισ. ευρώ, ενώ αν υπολογιστεί ότι έχουν γίνει ρυθμίσεις δανείων που δεν λειτουργούν ή και ότι οι πραγματικές εξασφαλίσεις των τραπεζών είναι πολύ χαμηλές (15% - 20% των δανείων), τότε τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις φτάνουν κοντά στα 25 δισ. ευρώ.
Πρόκειται στην ουσία για ένα τεράστιο και διάσπαρτο κομμάτι της ελληνικής Οικονομίας που έχει ανάγκη εκ βάθρων ανασύστασης. Μάλιστα, όπως εκτιμούν τραπεζίτες, ένα 20% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα πρέπει να κλείσει και η Οικονομία να χάσει 5 – 10 δισ. ευρώ από τη μικρομεσαία οικονομική δραστηριότητα.
Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι για να εξυγιανθεί το τοπίο και να ενισχυθούν οι χρηματοδοτήσεις από τις τράπεζες ή άλλες πηγές, θα πρέπει να υπάρξει συνένωση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, πρωταρχικά στον κλάδο του τουρισμού και της αγροτικής παραγωγής – βιομηχανίας, αλλά και στους τομείς τεχνολογίας και ενέργειας.
Πρόκειται για κολοσσιαίο έργο, όπως αναφέρουν, το οποίο χρειάζεται 10 – 15 χρόνια για να μετασχηματίσει τον χάρτη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, αλλά είναι το μόνο που θα δώσει προοπτική διατηρήσιμης ανάπτυξης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στην ίδια τη χώρα.
facebook
twitter
google+
fb share